Ο Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου (Καβάλα, 1935-2024) είναι Έλληνας ποιητής και πεζογράφος.
Βίος
[
Οι γονείς του ήταν πρόσφυγες από την Καππαδοκία και τον Πόντο. Σπούδασε στην Αθήνα στην Ανώτατη Σχολή Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών (Α.Σ.Ο.Ε.Ε.). Το 1944 έχασε το αριστερό του χέρι από γερμανική χειροβομβίδα. Το 1971 εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου ζούσε μέχρι σήμερα. Έχει εργαστεί σε διάφορες ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Στα γράμματα πρωτοεμφανίστηκε το 1958, δημοσιεύοντας ένα ποίημα στην εφημερίδα Έρευνα Καβάλας, με το ψευδώνυμο Π. Μαρτάκος. Η πρώτη του ποιητική συλλογή, Έγκλειστοι, δημοσιεύτηκε το 1962. Έργα του έχουν μεταφραστεί στα Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά, Ολλανδικά, Ιταλικά, Πολωνικά, Ρουμάνικα και Ρωσικά.[1] Συνεργάστηκε με τα περιοδικά Αντί, Εντευκτήριο, Παρατηρητής, Σκαπτή Ύλη, Τραμ, Υπόστεγο και την εφημερίδα Η Αυγή, γράφοντας ποίηση, πεζά και μικρά δοκίμια. Έχει ανθολογήσει το ποιητικό έργο του Ανέστη Ευαγγέλου.
Είναι μέλος της «Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης» και ιδρυτικό μέλος της «Εταιρείας Συγγραφέων». Το 1998 έλαβε το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος για το βιβλίο του Σπαράγματα και το 2004 το Βραβείο Διηγήματος της Ακαδημίας Αθηνών (Έδρα Πέτρου Χάρη) για το βιβλίο του Διέφυγε το μοιραίον.[2]
Λογοτεχνικό έργο
Ο Μάρκογλου εντάσσεται στους λογοτέχνες της Β' Μεταπολεμικής γενιάς και συγκεκριμένα στη μερίδα εκείνων των κοινωνικών ποιητών, που αφορμώνται από τα τραυματικά βιώματα της Κατοχής και του Εμφυλίου. Η γραφή του κυριαρχείται από τη μετεμφυλιακή απόγνωση και την ήττα, τη στέρηση και την αγωνία της ένταξης στη νέα, απογυμνωμένη και σκληρή πραγματικότητα. Παράλληλα με άλλους λογοτέχνες της γενιάς του στη Θεσσαλονίκη, όπως ο Μάρκος Μέσκος και ο Ανέστης Ευαγγέλου, εστιάζει «στην κατάργηση της προσωπικής και συλλογικής ελευθερίας από τη μεταπολεμική πολιτική εξουσία και το κοινωνικό- ιδεολογικό σώμα που την εξέθρεψε [...] και βασανίζεται από ψυχολογικά αδιέξοδα»[3].
Στα πιο πρόσφατα ποιήματά του αναδεικνύεται ο δραματικός και ελεγειακός χαρακτήρας του αδιέξοδου ανθρωπιστικού οράματος. Η υποχώρηση του θερμού πολιτικού εμπειρικού υλικού εντείνει την πυκνότητα και τη σκοτεινότητα της ποίησής του, χωρίς να χάνεται η λιτότητα και η περιεκτικότητα της έκφρασης. Το ερωτικό βίωμα αποτελεί πάντα βασικό και παράλληλο στοιχείο της γραφής του.
Για το έργο του Πρόδρομου Μάρκογλου, ο Ανέστης Ευαγγέλου σημειώνει ότι «ένας από τους ουσιαστικότερους δάσκαλους του Μάρκογλου, στάθηκε ο Σαχτούρης: τα μαχαίρια, τα σφυριά, τα δόντια, ο δρόμος με τα σπασμένα γυαλιά, τα σύρματα, το αίμα και τα καρφιά, σύμβολα χαρακτηριστικά και βασικά εργαλεία στα χέρια των Φασμάτων για να σκηνοθετήσει τις εφιαλτικά ονειρικές του εικόνες, τα παίρνει ο Μάρκογλου και αφαιρώντας την ονειρική διάστασή τους, μας τα ξαναδίνει αποκαθιστώντας την τραχύτητα της ύλης τους»[4].
Ενδεικτικό της γραφής του, το απόσπασμα από το ποίημα «Ἐλεεινὸν θέατρον», στη συλλογή Το δόντι της πέτρας:
Μετὰ τὴν ἔξαψη τῶν πρώτων ἡμερῶν
Τοὺς ὅρκους καὶ τὶς ἐπικλήσεις
Μὲ τὰ μοῦτρα πέσαμε στὰ παχιὰ κρέατα
Στὰ πλούσια κι εὔθυμα τραπέζια
Ὠραῖα τὰ κρασιά, τρυφερὲς οἱ γυναῖκες
Στὴν ἀγορὰ λίγο- πολὺ καλὰ πᾶν οἱ δουλιὲς
Τοῦ ποδοσφαίρου ἡ κουβέντα σίγουρη
Λαχνοὶ ἐξαγοράζουνε τὸ μέλλον
Ποῦ τώρα διεκδικήσεις κι ἀγῶνες
Λοιπὸν
ἄς βγάλουν ἄλλοι τὸ φίδι ἀπ' τὴν τρύπα.
Η πόλη της Θεσσαλονίκης (όπως και η Καβάλα) αποτελεί ένα από τα σκηνικά της γραφής του Πρόδρομου Μάρκογλου. Οι τοπογραφικές αναφορές των δρόμων και των χώρων της πόλης αναδεικνύονται σε σιωπηλό παρατηρητή στις ζωές των ηρώων. Ενδεικτικά:
Γράσα ἀφίσες στουπιὰ στὰ χέρια
Ἀγοράζουν ἐλπίδες δὲν τὸν γνωρίζουν
Πορνὸ τοῦ Βαρδάρη σεργιανᾶνε πουτανάδικα σκο-
τεινὰ
Ἐφημερίδες μασᾶνε στὸν ἄδειο οὐρανὸ
(«Ἐποχὴ παγωμένου Βαρδάρη», Πάροδος Μοναστηρίου)
Πηγή: βικιπαιδεια